Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Περπατώντας τους δρόμους της παλιάς Χώρας


Μαρμάρινα κομμάτια.   

 Παλαιά μαρμάρινα σπαράγματα στη Χώρα 

   Η πλατεία του Άη-Γιώργη. Εκτός από μακριά ας κοιτάξουμε και πιο κοντά.. 

Περιπλανώμενος κανείς στην παλιά Χώρα περνάει αρκετά συχνά χωρίς να προσέχει ιδιαίτερα ό,τι βρίσκεται δίπλα του ή ακόμα και πού πατάει.

Αναφέρομαι αποκλειστικά στην Χώρα, αφού διαβούμε την Οξώπορτα και προχωρήσουμε στο παλιό τμήμα της. Θα προσπαθήσω λοιπόν να απαριθμήσω, μαρμάρινα κομμάτια, που βρίσκονται εδώ κι εκεί, έχοντας την πεποίθηση ότι σε λίγα χρόνια θα εξαφανιστούν με την φθορά του χρόνου αλλά και τις καθημερινές βελτιώσεις που εξαπλώνονται...

Αυτά που μου έκαναν εντύπωση από καιρό είναι οι τρείς νεκρικής αναφοράς, αλλά όχι απαραίτητα περιεχομένου, μαρμάρινες πλάκες. Οφείλω να πω ότι από τότε που έπεσαν στην αντίληψή μου χάνουν γοργά το ανάγλυφό τους. Μία στον Άγιο Νικόλαο του Παραπορτιού, μία στον Άγιο Αθανάσιο και μία στον Άη Γιώργη. Και οι τρείς έχουν το ίδιο «νεκρικό» σύμβολο, ένα κυπαρίσσι που η κορυφή του γέρνει πάντα δεξιά. Οι πλάκες κυμαίνονται ανάμεσα στα 30 και 50 εκ. και από τις δύο τους πλευρές. Οι δύο πρώτες είναι παλαιότερες και πιο ταλαιπωρημένες στις  πλευρές τους ίσως από αλλεπάλληλες χρήσεις. Η τρίτη στα σκαλιά του προαυλίου του Άη Γιώργη είναι σαν δοκιμαστική κάποιου τεχνίτη, αφού δίπλα της ακριβώς είναι σκαλισμένο στοιχείο που θυμίζει έντονα τζαμί ή άλλο μουσουλμανικό στοιχείο υπό γωνία 90ο ως προς το κυπαρίσσι. Πολύ κοντά στην πλάκα αυτή υπάρχει άλλη γκρίζα μαρμάρινη πλάκα όπου είναι σκαλισμένο με όμορφα γράμματα του Λεονάρδου ίσως από δοκιμή εκπαιδευομένου(; ). 

Μαρμάρινες πλάκες. Αριστερά, στον Άη-Γιώργη στο αριστερό μέρος της πλάκας αχνά διακρινόμενο κυπαρίσσι. Μέσον, μπροστά στον Αγ. Νικόλαο το πλέον διακριτό κυπαρίσσι. Δεξιά στον Αγ. Αθανάσιο κυπαρίσσι που σχεδόν πλέον χάνεται.  

Πλατεία του Άη-Γιώργη. Στο μεσαίο σκαλί αρκετά αριστερά υπάρχει η προαναφερθείσα πλάκα. Πιο δεξιά της η πλάκα όπου έχει χαραχθεί: 'του Λεονάρδου'.
.
Αριστερά: διακρίνεται εγκιβωτισμένη κολόνα που είχε βρεθεί στην εκσκαφή, η οποία είχε γίνει στον χώρο που ανεγέρθηκε ο Άγιος Αθανάσιος το 1965. Αρχικά η κολόνα κειτόταν στο ίδιο σημείο ανέπαφη, κατόπιν "κτίσθηκε" και μετατράπηκε σε πάγκο, ενώ αφέθηκε η παραλληλόγραμμη εσοχή από την οποία φαίνεται η καμπυλότητα της κολόνας. Δεξιά : η πλάκα του μεσαίου σκαλοπατιού της πλατείας όπου σαφώς διακρίνεται σκαλισμένο : του ΛΕΟΝΑΡΔΟΥ, με γράμματα εικονογραφίας.

Μία δεύτερη κατηγορία, που αν και αποτελείται από ανόμοιου κυρίως πάχους μαρμάρινες πλάκες στολίζει επικαλύπτοντας τα μπαγκάλια (στηθαία) του προαυλίου του Άη Γιώργη. Οι τόσες πλάκες προέρχονται από πολλαπλή αλλότρια χρήση, καλύπτοντας το νότιο στηθαίο σε μήκος 20μ και το ανατολικό σε μήκος 2,50μ. Το πλάτος τους κυμαίνεται στα 39 εκ ενώ το πάχος τους κυμαίνεται στα 10 εκ. αποκαλύπτοντας ποικίλες παλαιότερες χρήσεις και προελεύσεις, με κοινό στοιχείο το λευκό τού μαρμάρου. Να σημειωθεί ότι οι πλάκες του ανατολικού στηθαίου φθάνουν το πάχος των 16 εκ.!! Στο νότιο τμήμα σε δύο απ΄ αυτές υπάρχουν ίχνη από κατάλληλη ηπιότατη λαξευμένη υποδοχή, τέλεια επιμελημένου έργου, που μόνον σε αρχαία θα μπορούσαν ίσως να παραπέμπουν. Έχουν οπές για υποδοχές τοποθετήσεως μεταλλικών σπονδύλων. Εντυπωσιάζουν τα μεγέθη γενικώς. Στα σκαλιά προς τον κήπο, στο άκρο αριστερό, είχε τοποθετηθεί αρχαίο σπάραγμα από τις ίδιες εκσκαφές, το οποίο από τα αναρίθμητα γαλαχτίσματα έχει χάσει εντελώς την ανάγλυφη επιφάνειά του, ενώ στο "σώμα" του βιδώθηκε πόδι μεταλλικού κάδου απορριμμάτων.  

Το μακρύ στηθαίο (μπαγκάλι) με τα μαρμάρινα καπάκια που προέρχονται από παλαιότερη χρήση. Η τελευταία είναι και η μόνη που τα διασώζει, προς το παρόν....  
 


 Οι δύο μεγαλύτερες πλάκες με τις ήπιες γλυφές. Η μεγαλύτερη διαστάσεων 2,08 Χ 0,40 Χ 0,10 η μικρότερη διαστάσεων 1,22 Χ 0,40 Χ 0,10. Η μακρά διάσταση των γλυφών περ. 0,75 εκ. Δεν γνωρίζουμε την άλλη διάσταση αφού και οι δύο πλάκες είναι κομμένες. Οι ήπια λαξευμένα θέσεις έχουν τέλεια λάξευση και φαίνονται σαν να ήταν προωρισμένες να αποτελέσουν θέση υποδοχής μονίμου ογκώδους μέλους αγνώστου αντικειμένου! Διακρίνονται επίσης διανοιγμένες οπές για απαραίτητη χρήση μεταλλικών σπονδύλων(;).

ΙΙ

Οι εντυπωσιακές πλάκες του ανατολικού στηθαίου. Δεξιά η τελευταία πλάκα του νοτίου στηθαίου.

Aκολουθώντας μέσα από την στοά της Οξώπορτας την οδό Θεοσκεπάστου βλέπουμε μαρμάρινο πλατύσκαλο που προσιδιάζει σε σκαλί Αγίου Βήματος εκκλησίας. Ισως μπορεί να συσχετισθεί με το αντίστοιχο του εξαφανισμένου ναού του Άη-Γιάννη του καθολικού που υπήρχε 15μ πλησίον και εμφανιζόταν ακόμη στο Σχέδιο Πόλεως του 1865. Επίσης πολύ κοντά υπάρχει μαρμάρινο σκεύος σε μορφή ημικυλινδρικής γούρνας με 4 στοιχεία συγκρατήσεως γύρω από το χείλος της. Το σκεύος άγνωστης χρονολογίας χρησιμοποιόταν επίσης και ως αγιασμοτοδοχείο της καθολικής λατρείας. Δεν πρέπει να αποκλεισθεί η σχέση με τον ανωτέρω ναό.

Αριστερά κοιτάζοντας προς τα σκαλοπάτια ανόδου από το Παραπόρτι προς την πλ. Καϊρη. Στον χώρο αυτό βρισκόταν η καθολική εκκλησία του Αγ. Ιωάννη Βαπτιστή, γιαυτό και η γειτονιά ωνομαζόταν Αη-Γιάννης. Το κτίσμα είχε αποτυπωθεί στο Σχέδιο Πόλεως του 1865, ακόμη τότε υφιστάμενο. Δεξιά τα πρώτο σκαλοπάτι πλησίον οικίας που παραπέμπει ως προς το σχήμα του σε σκαλί Αγ. Βήματος.

 

Άλλα στοιχεία άξια μνείας.

Κάτω από τον Άη Γιώργη υπάρχει πακτωμένη κολόνα που είχε βρεθεί στις εκσκαφές του οικοπέδου του Αγ. Αθανασίου το 1965. Υπήρχαν και πολλά άλλα μαρμάρινα μέλη, τα οποία όπως θυμάται ο γράφων είχαν συγκεντρωθεί αρχικά στο ναύδριο του Αγ. Χαραλάμπους. (Τα τελευταία είχε παραδώσει με πρωτόκολλο στον χώρο φυλάξεως αρχαιοτήτων στο υπόγειο του Δημοτικού Σχολείου ο αείμνηστος δάσκαλος Χαριδ. Δρεττάκης.) Για άγνωστο λόγο δεν συμπεριελήφθησαν σ΄αυτά η κολόνα, τα 4 κιονόκρανα και 4 βάσεις κολονών του Αγίου Αθανασίου που παρέμειναν στο προαύλιο του ναού και τα δύο μαρμάρινα (παλαιοχριστιανικά κατά την κ. Δωρή-Δεληγιάννη) επίκρανα ενός ακόμη προγενέστερου ναού τα οποία στολίζουν την είσοδό του. Παραμένουν σήμερα δίπλα στον δρόμο δύο βάσεις (της ύστερης αρχαιότητας) που βρέθηκαν επίσης το 1965. Επίσης πλησίον είχε βρεθεί πόδι λιονταριού σχεδόν φυσικού μεγέθους. Ο ναός που επισκευάσθηκε το 1710 οφείλει (τουλάχιστον από τότε) την ονοματοδοσία του στην αρχοντική οικογένεια Αθανάση (κατόπιν Αθανασίου). Οι τελευταίοι είχαν σπίτι όπως και οι Καϊρη και Παλαιολόγοι πλησίον. (Δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι ο ορθόδοξος ναός που κατασκευάσθηκε εκεί περί το 1550 αφιερωμένος ήδη στον Αγ. Αθανάσιο δεν σχετίζεται επίσης με την ίδια οικογένεια Αθανάση, οικογένεια η οποία, μεταξύ των πρώτων είχε μεταστραφεί στο Ορθόδοξο δόγμα.)

 

  
Το προαύλιο του Αγ. Αθανασίου. Στοιχισμένα τα ευρήματα αποτελούμενα από 4 βάσεις και 4 κιονόκρανα, επιβεβαιώνουν τον Πασχάλη, ο οποίος ανέφερε την εκκλησία ως βυζαντινού ρυθμού, τετρακιόνιο θα μπορούσα να εικάσω από τον αριθμό των  βάσεων και κιονοκράνων. Στην περίπτωση αυτή οι 4 κίονες θα στήριζαν τον τρούλο του ναού. Την είσοδο του ναού στολίζουν άλλα ευρήματα που είχαν ανασυρθεί από τον χώρο. Άνω  της εισόδου υπάρχει πινακίδα με ανάγλυφη παράσταση εν είδει οικοσήμου και σκαλισμένη χρονολογία 1710, έτος πιθανής ανακατασκευής του ναού αρκετά χρόνια μετά την καταστροφή του Κάτω Κάστρου από τον διαβόητο πειρατή Ντε Κρεβελιέ ( De Creveliers) 1672 και 1674.


 
Άλλα στοιχεία που είχαν ανασυρθεί από τον χώρο του Αγ. Αθανασίου το 1965. Υπάρχουν διάσπαρτα στον εγγύς και ευρύτερο χώρο

Τέλος από την υπερτριακονταετή πείρα του γράφοντος, στην Άνδρο, έχω διαπιστώσει ότι περίπου το 1% των λιθόκτιστων τοιχοποιιών των οικημάτων της ευρείας περιοχής μεταξύ Αγ.Γεωργίου και άνω της Θεοσκεπάστου αποτελείται από λευκό μάρμαρο. Επίσης τοίχος παλαιάς ερειπωμένης οικίας διαστάσεων περ. 8Χ5 μ είναι κατασκευασμένος από λευκό μάρμαρο προερχόμενο από τουλάχιστον δύο χρήσεις. Διερωτάται εύλογα κανείς από ποια μεγαλύτερα τεμάχια μαρμάρου προήλθαν τα ανωτέρω τεμαχισμένα ώστε να καταστούν οικοδομικό υλικό. Αυτονόητο είναι ότι τα μάρμαρα αυτά μεταφέρθηκαν στο σύνολό τους. Διότι εάν εξ αρχής βρισκόταν εκεί η βάση του οικοδομήματος θα ήταν μαρμαρόκτιστη και άλλης τεχνικής. Τα μάρμαρα μεταφέρθηκαν και τεμαχίστηκαν όπως-όπως. Υπολογίζοντας λοιπόν και λαμβάνοντας υπ΄όψιν τα ανωτέρω δεδομένα μπορούμε να μιλάμε για τόνους λευκού μαρμάρου που υπήρχε στα πέριξ. Η επωδός περί μεταφοράς τόσης ποσότητας μαρμάρου από την Παλιόπολη, που να χρησιμεύσει ως οικοδομικό υλικό είναι τεχνικά έωλη και για τον κοινό νου. (Θα μπορούσαν να έχουν μεταφερθεί συγκεκριμένα μαρμάρινα μέλη όπως πεσσοί, πορτοσιές, διακοσμητικά μέλη, κιονόκρανα κίονες. Αυτά δεν καλύπτουν ούτε κατά το ελάχιστο την ποσότητα μαρμάρου που συναντάμε στον συγκεκριμένο χώρο. Ενώ η γενική εικόνα του μαρμάρου ως δομικού υλικού θέτει την σοβαρή υπόνοια ότι τα προαναφερθέντα μέλη αποτελούσαν τμήματα συνόλου κατασκευών της περιοχής και όχι μεταφερθέντα από την Παλιόπολη.) Η απουσία πηγών για οποιασδήποτε μορφής οικιστική αρχαία παρουσία στην περιοχή της Χώρας δεν αποτελεί και τεκμήριο ολοσχερούς απουσίας…

 

Ερείπιο στην οδό Αγ. Νικολάου. Διαστάσεων 8 Χ 5 μ. Είναι κατασκευασμένο, σχεδόν εξ ολοκλήρου, από λευκό μάρμαρο. Τα τεμάχια προέρχονται από δεύτερη και μάλλον από τρίτη χρήση. Διερωτάται εύλογα κανείς από ποια μεγαλύτερα τεμάχια μαρμάρου προήλθαν τα ανωτέρω τεμαχισμένα, ώστε να καταστούν οικοδομικό υλικό. Αυτονόητο είναι ότι τα μάρμαρα αυτά στο σύνολό τους μεταφέρθηκαν. Διότι εάν εξ αρχής βρισκόταν εκεί τότε η εμφανής βάση του οικήματος που έχει γίνει με κοινό σχιστόλιθο θα ήταν επίσης μαρμαρόκτιστη... 

Mαρτυρίες

Από περιηγητές και επισκέπτες σημειώνεται παρουσία ενδεικτικών στοιχείων που θα ερμήνευαν τα ανωτέρω. Συγκεκριμένα 1706 ο γιατρός Paul Lucas αναφέρει : "βρήκα σε πολλά μέρη ωραία κομμάτια μαρμάρου και τμήματα αγαλμάτων, απ΄όπου συμπέρανα ότι υπήρχαν άλλοτε σπουδαία οικοδομήματα", χωρίς άλλα στοιχεία. Ο Pitton de Tournefort σημαντικός βονατολόγος προσδιορίζει το 1700 την παρουσία πολλών διάσπαρτων μαρμάρων στο Κάστρο. "Τα παλαιά μάρμαρα του Κάτω Κάστρου δείχνουν ότι κτίσθηκε στα ερείπια κάποιας μεγαλοπρεπούς αρχαίας πόλης". Ο Coronelli (1680;) αναφέρει λαμπρούς ναούς στο βόρειο τμήμα κάνοντας λάθος προσανατολισμού (μας δίνει επίσης λάθος, ως να βρίσκεται νότια, το Κάστρο στο Μακροτάνταλο). Ο Piacenza (πριν το 1680;) αναφέρει την ύπαρξη δύο ναών  (έχοντας κάνει λάθος στον Βορρά όπως φαίνεται στον χάρτη του, όπου η Άνδρος και το Κάστρο είναι στραμμένα βόρεια/Tramontana) Σημ. Φινόπουλος σελ. 133, 115, 103, 89.

 

Νίκος Βασιλόπουλος

Αρχιτέκτων-Ερευνητής

 


 

 


Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

Το μακαρονάδικο

 

                         Το "μακαρονάδικο" : Εργοστάσιο ζυμαρικών "ο Φοίνιξ".

                                                  στον Νημπορειό        

 Φωτογραφία του Μεσοπολέμου. Αριστερά το "μακαρονάδικο" περίπου στο κέντρο η οικία Ν. Φαρακούκη και δεξιώτερα δημοτικές αποθήκες. 

Άλλοι το αποκαλούν μακαρονάδικο. Άλλοι φάμπρικα. Αλλά και οι δύο ονομασίες είναι σωστές.

Το τεράστιο κτίριο, για τα δεδομένα της Άνδρου, είναι επιβλητικό και κατέχει δεσπόζουσα θέση στην παραλία του Νημπορειού. Χτίστηκε πριν τα μέσα του 19ου αιώνα πιθανόν από μη Ανδριώτη επιχειρηματία. Ο σκοπός του ήταν η παραγωγή μεταξωτών υφασμάτων άγνωστης ποιότητας, μεγέθους και ειδών. Το 1851 φέρεται ως μέγα μεταξουργείο Βάλβη. Κατατάσσεται στα προβιομηχανικά κτίρια με το τεράστιο επίμηκες παραλληλόγραμμο σχήμα του τα διαδοχικά παράθυρα που άλλαξαν αργότερα θέση, κυρίως στον όροφο και την εξ αρχής κεραμοσκεπή του. 

 Φωτογραφία γύρω στα 1900. Η λήψη έγινε από το κτίριο της Σχολής Καΐρη. Φωτογραφίζονται μάλλον εκπαιδευτικοί. Η είσοδος ήδη γκρεμισμένη, η οποία φαίνεται κατέληγε μέχρι τότε σε καμάρα. Πίσω δεξιά το καμπαναριό και η στέγη της εκκλησίας Παναγίας Εξωκαστριανής που είχε κτίσει ο Θεόφιλος Καΐρης. Βρισκόταν στον σημερινό χώρο του κήπου της Παναγίας. Τέλος στο βάθος με το κόκκινο βέλος το ¨μακαρονάδικο¨ στην αρχική του μορφή. Διακρίνεται -δύσκολα- μάντρα μπροστά του. Δεξιώτερα δεν υπάρχει παρά το κτίσμα των αποθηκών και ο ναός του Αγίου Νικολάου πιθανόν σε μικρότερες διαστάσεις απ΄αυτές που γνωρίζουμε.  

Τον Μάιο του 1851 είχαν φθάσει στην Άνδρο οι αντιπρόσωποι του Συριανού εμπόρου Γρηγ. Παΐκου, Νικόλαος και Χριστόδουλος οι οποίοι είχαν φέρει χρήματα για αγορά μεταξιού ή κουκουλιών. Το ίδιο βράδυ τρεις ληστές πήδησαν την μάντρα του μεταξουργείου, μπήκαν στο εσωτερικό και μαχαίρωσαν τους αντιπροσώπους. Το χρηματοκιβώτιο βρέθηκε κατευθρασμένον παρά τον έξωθεν του καταστήματος  ρέοντα ποταμόν και διάφορα βαλλάντια κενά καθώς και ρούχα των σφαγέντων αιμόφυρτα, ένα εικοσάριον και άλλα τινά. Σημ.1 (Δεν είναι γνωστό εάν το εικοσάριον ήταν ένα -σπάνιο- χρυσό νόμισμα των 20 δραχμών του Όθωνα ή το πολύ πιθανώτερο ένα ασημένιο αυστριακό νόμισμα των 20 pfennig κοινότατο στις συναλλαγές της εποχής, αξίας μικρότερης της δραχμής.) 

«Η θέσις απ΄όπου έγινεν η τρομερά ρήξις είναι ως έγγιστα οργυαί πέντε το ύψος... Εφημερίδα Αίολος Σύρου φύλλα 24/5/1851, 2/6/1851 και 9/6/1851.

Δεν είναι γνωστά άλλα στοιχεία, ούτε εάν οι ληστές γνώριζαν κάτι σχετικό με την μεταφορά χρημάτων ή όχι. Ούτε εάν οι αντιπρόσωποι αντιστάθηκαν ή όχι. Πάντως ο ένας απ΄ αυτούς παρά τις 14 μαχαιριές, αιμόφυρτος, βγήκε από το μεταξουργείο και εξέπνευσε στον ποταμό. Αξιοθρήνητη είναι η ανεπάρκεια των Αρχών της Άνδρου για την άμεση αντιμετώπιση του συμβάντος, ανεπάρκεια που επισημαίνεται στην εφημερίδα της Σύρου ‘Ένωσις’ φ. 281 13/06/1851, ανεπάρκεια που αν δεν είχε θύματα θα ήταν κωμική..  Σημ.2

 

 Το ¨μακαρονάδικο" ακόμη αναλλοίωτο στην αρχική του μορφή. Δεξιά η οικία Ν. Φαρακούκη.

Στο φύλλο της 20 Ιουνίου οι τρεις ληστές έχουν συλληφθεί. Πρόκειται για τον Ιωάννη Σταμ. Αρβανίτη (Χέλμη) τον Γεώργιο Σολδάτο και τον Χαράλαμπο Μαρή. Βρέθηκαν μαζί του το εγχειρίδιο των φόνων, ένα πιστόλι και τα ματωμένα ρούχα του. Τα χρήματα όμως δεν βρέθηκαν. Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως υπ΄αριθ.16/ 20-4-1852 αναφέρεται ήδη ότι οι τρεις θα μεταφερθούν στην Αθήνα να δικαστούν στο Κακουργιοδικείο. Ο Ι. Αρβανίτης/Χέλμης καταδικάστηκε σε θάνατο. Πρέπει να επέστρεψε στην Σύρο ώστε να γίνει εκτελεστή η απόφαση. Από τον ‘Αίολο’ της Σύρου φ.14/7/52 μαθαίνουμε ότι ο Ι. Αρβανίτης/ Χέλμης δραπέτευσε αλλά συνελήφθη Από την εφημ. ‘Αθηνά’ φ. 7/4/1853 -ίσως για παραδειγματισμό- μεταφέρθηκε η λαιμητόμος στην Άνδρο συνοδεία του αντιεισαγγελέως Ζόλτου. Ο Ι. Χέλμης καρατομήθηκε στον Νημπορειό έξω από το μεταξουργείο. Δεν ωμολόγησε τους συνενόχους του. Παρόλο που αναφέρεται ότι η κοινή γνώμη τούς υπεδείκνυε ομόφωνα παρέμειναν μεν για καιρό προφυλακισμένοι αλλά εν τέλει απολύθηκαν λόγω ελλείψεως στοιχείων…

 Το κτίσμα από την οπίσθια δυτική πλευρά, ίσως γύρω στα 1920. Μπροστά από τον Αγ. Νικόλαο (στην τελική του μορφή) υπάρχει μικρή προβλήτα αγνώστου χρησιμότητας με βάρκες στην αμμουδιά. Στο σημείο της προβλήτας ανεγέρθηκε το οίκημα του Ν.Ο.Α. Εντυπωσιακή η ξύλινη "αποβάθρα" με καμπίνα αποδυτηρίων. που στηριζόταν σε σιδερένιων πασσάλους. Το έργο δεν μακροημέρευσε ιδιαίτερα. Γύρω στα 1974 ο γράφων έκοψε το πόδι του στο πέλμα, από σιδερένιο πάσσαλο που είχε αποκαλύψει στιγμιαία ο βυθός στο σημείο εκείνο.

Το ίδιο εκείνο έτος μαθαίνουμε ότι ασθένεια έχει ενσκήψει στην Άνδρο που οφείλεται στον φουρνισμό των κουκουλιών[;]. Τα κουκούλια ήταν ήδη άρρωστα. Μεταξύ των ασθενειών που προκλήθηκαν αναφέρεται ο τύφος, ενώ δυσοσμία έχει κατακλείσει την Χώρα. Ίσως η κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε και σε κοντινό χρόνο η μεταξοκαλλιέργεια εγκαταλείφθηκε, το κτίριο περιέπεσε -κατά τα φαινόμενα- σε παροδική αχρηστία. Πάντως το 1861 στην επιχείρηση εμφανίζονται δύο Γάλλοι, οι αδελφοί Δουράν (Durand?), οι οποίοι διευθύνουν επιτυχώς το "εκείσε κατάστημα, μεταξοκλωστίας" με τους οποίους έρχεται σε σύγκρουση ο Κωνσ. Εμεπιρίκος σε ένα ατυχές επεισόδιο. (εφημ. Σύρου "Ενωσις" 25 Σεπτ. 1861). Ωστόσο δεν είναι γνωστό ποια ήταν η χρήση του κτίσματος έως το τέλος περίπου του αιώνα. 

Πριν το τέλος του αιώνα συντελέσθηκε η πλήρης αξιοποίηση του υδρατμόμυλου του Εμπειρίκου (Φάμπρικα των Στενιών), όπου παραγόταν αλεύρι για μακαρόνια. Παράλληλα είχε κατασκευασθεί και το λιμάνι της Χώρας. Ίσως λοιπόν τότε να χρησιμοποιήθηκε το μεγάλο αυτό κτίριο του Νημπορειού ως εργοστάσιο παραγωγής μακαρονιών, μάλλον για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, τόσο ώστε να καταγραφεί στην λαϊκή μνήμη η ονομασία του οικήματος ως μακαρονάδικο, ονομασία που το ακολουθεί, ολοένα μειούμενη, στις μέρες μας. 

   

Η Φάμπρικα των Στενιών, ο γνωστός μεγάλος υδρατμόμυλος, από τον οποίο προερχόταν το αλεύρι για την παρασκευή ζυμαρικών του "μακαρονάδικού". 

Το μακαρονάδικο με τις νεώτερες προσθήκες στο δεξιό του τμήμα. Αριστερά υπάρχει ακόμη ο μαντρότοιχος.

Η επιχείρηση ιδρύθηκε με την επωνυμία Εργοστάσιον ζυμαρικών ‘ο Φοίνιξ’ Καρυστινάκη και Εμπειρίκου. Δεν είναι γνωστός ο χρόνος λειτουργίας αλλά συνδέθηκε με την πορεία του Υδρατμόμυλου Στενιών. Οι μύλοι της Σύρου λειτουργούσαν με πιο ανταγωνιστικές τιμές και η όλη επιχείρηση ωδηγήθηκε στο κλείσιμο αρκετά προ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μάλλον τότε πουλήθηκε και το ακίνητο του Νημπορειού. Δεν είναι τυχαίος και ο κάθετος τεμαχισμός του οικήματος, που ακολούθησε, σε μικρές ιδιοκτησίες. Ταυτόχρονα κτίσθηκε σε επαφή προς την πρόσοψή του η μεγάλη διώροφη προσθήκη, σε συμμετρία σχήματος Π, με νεοκλασικά χαρακτηριστικά. Στις μέρες μας ακολούθησε και άλλη μικρότερη. Και το κτίσμα καλά κρατεί και στέκει ως το παλαιότερο του Νημπορειού και το μεγαλύτερο και πρώτο στο είδος του, στην Άνδρο, μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. 

Διαφημιστική αφίσα της επιχειρήσεως σε στυλ Art nouveau της εποχής γύρω στα 1900. Το απεικονιζόμενο δεν είναι ίσως τόσο φανταστικό αφού είναι η μοναδική απεικόνιση με είσοδο στο κέντρο. Οι καμινάδες που βλέπουμε εδώ δεν διακρίνονται σε καμμία φωτογραφία
 

Το μακαρονάδικο σήμερα.

Σημ. 1 Δ. Πασχάλης «Ιστορια της Άνδρου» ΕΣΤΙΑ Τομ. Β΄ σελ.

Σημ. 2 Ανδριακα Χρονικά 12 εκδ. Ανδριακός όμιλος 1952. Το άρθρο της εφημερίδας Ένωσις πλην των άλλων γράφει: Ο μεν έπαρχος Άνδρου, ο καθ΄εκάστην κωμάζων και ευωχίας διαχεόμενος, απεκρίθη ότι αι αρχαί δεν ενεργούσι την νύκτα, ο δε σταθμάρχης της Χωρφυλακής, φθάσας μετά μίαν ώραν εις τον τόπον της σφαγής, παρεδόθη εις τον ύπνον υπό της κραιπάλης κατεχόμενος κα ο καλός ειρηνοδίκης συνευωχείτο μέχρι των τριών ωρών του μεσονυκτίου και ειδοποιηθείς απήντησεν ότι δεν δύναται ήδη να εγκαταλείψη το συμπόσιον, ενώ ηδύνατο προσδραμών ικανάς να λάβη πληροφορίας παρά των ψυχορραγούντων, ο δε αστυνόμος δεν απετόλμησε να καταβή εις την πόλιν εκφοβηθείς και αυτός ο ίδιος, διότι ουδένα έχει προς βοήθειάν του είτε κλητήρα, είτε χωροφύλακα. Η κατάσταση που επικρατούσε περί το 1860 καταγράφεται λεπτομερώς στο βιβλίο «η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι» αγνώστου συγγραφέα. Αρχική έκδοση το 1870 και σημερινή εκδ. ΕΡΜΗΣ Αθήνα 1990.